Οι ελλείψεις στο δημόσιο σύστημα υγείας ήταν ήδη εγκληματικές πριν την πανδημία. Κατά τη διάρκειά της ως σήμερα και στο μέλλον αποδείχτηκαν και θα συνεχίσουν να είναι δολοφονικές. Αποδείχτηκε εξάλλου ότι οι ασθενείς με COVID-19 που διασωληνώθηκαν εκτός Μ.Ε.Θ. απεβίωσαν σχεδόν όλοι/ες, κάτι που δεν συνέβη σε τέτοια ποσοστά στους/στις ασθενείς εντός Μ.Ε.Θ.. Κι όμως η κυβέρνηση και το ιδεολογικό της στήριγμα, τα Μ.Μ.Ε., διατείνονται ότι η διαχείριση της πανδημίας ήταν επιτυχημένη, καθώς κι ότι το αποψιλωμένο Ε.Σ.Υ. ενισχύθηκε!! Αντιστροφή της πραγματικότητας. Διατείνονται ότι επαναπροσλήφθηκαν οι επικουρικοί εργαζόμενοι που καλύπτουν πάγιες ανάγκες, αλλά δεν μονιμοποιούνται, παρ’ όλη την εμπειρία κατάρρευσης του Ε.Σ.Υ. κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Διατείνονται ότι προκηρύχθηκαν θέσεις γιατρών, αλλά αρνούνται να οργανώσουν μαζικές προσλήψεις που να καλύπτουν έστω τις συνταξιοδοτήσεις ή τις παραιτήσεις υγειονομικών ή έστω τις μεγάλες ελλείψεις που προϋπήρχαν του COVID-19. Όλα αυτά υπό τη σκέπη κλεισίματος κλινικών και νοσοκομείων, όπως επιβάλλει ο νόμος για το «νέο Ε.Σ.Υ.», όπως μας έδειξαν οι προθέσεις της κυβέρνησης απέναντι στα παιδιατρικά νοσοκομεία.
Η ολοκλήρωση του στόχου της κυβέρνησης, που δεν είναι άλλος από τη διάλυση κάθε βαθμίδας δημόσιας υγείας προκειμένου να ενισχυθεί το ιδιωτικό κεφάλαιο του κλάδου, επισφραγίζεται με νέο νομοσχέδιο που αφορά τη δευτεροβάθμια περίθαλψη, καθώς τη μετατρέπει σε μια μορφή ΣΔΙΤ. Πάνω σε μια ήδη επιβεβλημένη πραγματικότητα, καταργεί την πλήρη και αποκλειστική απασχόληση των γιατρών του ΕΣΥ, καθιερώνει γιατρούς μερικής απασχόλησης ανοίγοντας τους την πόρτα να ασκούν παράλληλα ιδιωτικά το επάγγελμα.
Όλα τα παραπάνω βαδίζουν αγαστά με τις συνεχείς μειώσεις στους μισθούς (ελέω και των μνημονίων που ποτέ δεν «έφυγαν»), τις εξοντωτικές συνθήκες εργασίας, τις απλήρωτες εφημερίες, την εργασιακή επισφάλεια των εργατών και εργατριών του κλάδου της υγείας συνολικά. Οι αυξήσεις που έχουν εξαγγελθεί στο βασικό μισθό, πέρα ότι χάνεται από την ακρίβεια, δεν μπορεί να συγκριθεί με τη μείωση των μισθών της τελευταίας δεκαετίας, την απώλεια επιδομάτων και του 13ου/14ου μισθού. Το «καρότο» που προβάλλει για κομμάτι του υγειονομικού προσωπικού (γιατρούς) ώστε να αποδεχτεί τις κυβερνητικές στοχεύσεις είναι η παράλληλη εργασία ως ελεύθερος επαγγελματίας, δηλαδή η επωδός του φιλελευθερισμού, ο ατομικός δρόμος αγώνα εντός της αγοράς.
Για το υγειονομικό κίνημα οι λύσεις δεν έρχονται από τα διάφορα «τυράκια» και τον τεμαχισμό που προσπαθεί να εμφυσήσουν στο εσωτερικό του οι κρατικοί χειρισμοί, ώστε να το αποδυναμώσουν. Ήδη από την αρχή της πανδημίας και εν μέσω των δύο λοκ-ντάουν το υγειονομικό κίνημα βρήκε τρόπους να αντισταθεί απέναντι στις κρατικές πολιτικές, την έλλειψη σχεδίου, την περαιτέρω απαξίωση της δημόσιας υγείας. Οι συνάδελφοι/ισσες στα παιδιατρικά νοσοκομεία κατάφεραν να αναστείλουν τους κυβερνητικούς τσαμπουκάδες. Η περιβόητη αξιολόγηση έχει παγώσει. Έτσι και τώρα το υγειονομικό κίνημα στις 20 Οκτώβρη ξαναπιάνει το νήμα του απεργιακού αγώνα, αποτελώντας την πρώτη μάχη που θα τη διαδεχθεί η γενική απεργία στις 9 Νοέμβρη. Διεκδικεί:
- Επαναφορά 13ου και 14ου μισθού. Αυτοτελής φορολόγηση 20% των τακτικών εφημεριών. Αφορολόγητες πρόσθετες εφημερίες. Άμεση πληρωμή στο ακέραιο του συνόλου των δεδουλευμένων εφημεριών (τακτικών και πρόσθετων) και της ειδικής αποζημίωσης.
- Επαναφορά όλων των επιδομάτων που έχουν μειωθεί – καταργηθεί. Χορήγηση επιδόματος ανθυγιεινής εργασίας. Επίδομα χρόνου προϋπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένου και του χρόνου άσκησης ειδικότητας.
- Ένταξη όλων των εργαζομένων στις δημόσιες δομές υγείας στα Βαρέα και Ανθυγιεινά.
- Μονιμοποίηση όλων των επικουρικών-συμβασιούχων.
- Προσλήψεις που αντιστοιχούν στο σύνολο των κενών οργανικών θέσεων.
- Καμιά συγχώνευση υγειονομικών μονάδων, άνοιγμα των κλειστών νοσοκομείων.
- Χρηματοδότηση του ΕΣΥ.
- Εκδίωξη των εργολάβων.
- Άρση της αναστολής εργασίας.
Κλαδική Ένωση Υγείας της Αναρχοσυνδικαλιστικής Πρωτοβουλίας Ροσινάντε