Το σωματείο εργαζομένων στο Αττικό νοσοκομείο κήρυξε στάση εργασίας για την Πέμπτη 12/03 7:00’-10:00’π.μ. διεκδικώντας την κάλυψη βασικών ελλείψεων του νοσοκομείου σε εργαζόμενους και μέσα, ώστε να αντιμετωπίσει την επιδημία του νέου κορωνοϊού. Το συγκεκριμένο νοσοκομείο έχει επιλεγεί από το υπουργείο Υγείας ως το νοσοκομείο αναφοράς για τον κορωνοϊό, τη στιγμή που, όπως χαρακτηριστικά καταγγέλλουν οι εργαζόμενοι, δεν έχει γίνει καμιά πρόσληψη προσωπικού όταν ήδη υπάρχουν σοβαρά κενά υπό τις καθημερινές ανάγκες που εξυπηρετεί, δεν έχει ανοίξει ούτε ένα κρεβάτι στη Μ.Ε.Θ. όταν οριακά φτάνουν υπό κανονικές συνθήκες, δεν έχει φύγει ούτε ένα ράντζο από τις εφημερίες και δεν έχει ανοίξει κανένα νοσηλευτικό ίδρυμα, απ’ όσα έκλεισαν εξαιτίας της μετακύλισης της καπιταλιστικής κρίσης στις πλάτες μας, ώστε να καλυφθούν οι έκτακτες ανάγκες που θα προκύψουν.
Είναι ξεκάθαρο ότι τα αιτήματα της κινητοποίησης αφορούν όχι μόνο τους εργαζομένους στο συγκεκριμένο νοσηλευτικό ίδρυμα, αλλά ολόκληρη την κοινωνία κι ολόκληρο τον κλάδο και το τι αντιμετωπίζουν. Η δημόσια υγεία έχει δεχτεί μέσω των περικοπών τα περισσότερα ίσως χτυπήματα στα πλαίσια του κοινωνικού κράτους, όταν ήδη ήταν λειψή, υποβαθμισμένη και υποτιμημένη συγκριτικά με τις σύγχρονες δυνατότητες της ανθρωπότητας να αντιμετωπίζει τις ανθρώπινες ασθένειες, τον πόνο και το θάνατο. Μια επιλογή που καταδεικνύει ότι πέρα από τα αποτελέσματα των διεκδικήσεων για ένα αξιοπρεπές σύστημα υγείας, το Κράτος εξασφαλίζει ένα επίπεδο υγείας προκειμένου να έχει ένα επαρκές για το Κεφάλαιο υγιές εργαζόμενο σώμα, ενώ όταν επαπειλείται η αναπαραγωγή του Κεφαλαίου, τότε κομμάτι του εργαζόμενου σώματος θεωρείται πλεονάζον και η εξασφάλιση της υγείας του είναι η πρώτη που αφήνεται στην τύχη της.
Ακόμη περισσότερο, μια κυβέρνηση σαν την τωρινή, δηλαδή ακραία νεοφιλελεύθερη στα οικονομικά της μέτρα και πολιτικά ακροδεξιά, εντός της συγκυρίας μιας επαπειλούμενης επιδημίας είναι διπλά επικίνδυνη. Από τη μια δεν ενισχύει πραγματικά τη δημόσια υγεία αδιαφορώντας για την υγεία χιλιάδων ανθρώπων που ανήκουν στις ευάλωτες βιολογικά ομάδες του πληθυσμού, μεταθέτει έτσι το πρόβλημα στους εργαζόμενους των νοσοκομείων που απαιτεί μετά να αξιολογηθούν υπό τις συνθήκες που εκείνη επιβάλλει αλλά χωρίς αυτές να προσμετρώνται στην αξιολόγηση. Και αυτές οι νεοφιλελεύθερες-μνημονιακές πολιτικές υποβιβάζοντας τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων οδηγούν όλο μεγαλύτερα κομμάτια των κοινωνικά ευάλωτων ομάδων να γίνονται ταυτόχρονα και βιολογικά ευάλωτες σε επιδημίες. Από την άλλη αφήνει τη διάχυση ενός πανικού ενσταλάζοντας το φόβο στον πληθυσμό ακριβώς σε μια συγκυρία που το έχει η ίδια απόλυτη ανάγκη. Πρόκειται για τη συγκυρία της όξυνσης του ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού με αποδιοπομπαίους τράγους και θύματα ανθρώπους σαν και μας που στοιβάζονται, σκοτώνονται, ψεκάζονται(!) μεταξύ των συνόρων ή θαλασσοπνίγονται και οι οποίοι αντιμετωπίζονται ως μέσο άσκησης πίεσης στην άλλη πλευρά ή ως απειλή της εθνικής ακεραιότητας. Μια τέτοια κατάσταση χρειάζεται ως πρώτο υλικό το διάχυτο φόβο για να χτίσει την εθνική ομοψυχία πίσω από τις πολιτικές της κυβέρνησης και την εξουσία του Κράτους που αυτή διαχειρίζεται.
Η στάση εργασίας των εργαζομένων στο Αττικό νοσοκομείο λοιπόν μας αφορά όλους και όλες, είναι μια υπεύθυνη πολιτική πράξη απέναντι σε ότι ζούμε. Ολόκληρος ο κλάδος πρέπει να στηρίξει αυτήν την κινητοποίηση απέναντι στα μεγάλα βάρη που καλείται να επωμιστεί όταν δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις να τα καλύψει, απέναντι στις έκτακτες ανάγκες του πληθυσμού, ντόπιου και μεταναστευτικού, απέναντι στον πανικό που εξυφαίνεται.
Κλαδική Ένωση Υγείας της Αναρχοσυνδικαλιστικής Πρωτοβουλίας Ροσινάντε.