Στη περίοδο της συστημικής κρίσης που διανύουμε τα τελευταία χρόνια, ένα ακόμα εργαλείο που το Κράτος χρησιμοποιεί προς όφελος του Κεφαλαίου είναι η απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και η υποτίμηση της μισθωτής εργασίας. Οι άνεργοι βαφτίζονται «ωφελούμενοι» και μέσω προγραμμάτων του ΟΑΕΔ επιχειρείται η ανακύκλωσή τους με εργασία λίγων μηνών χωρίς εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα.
Ένα από τα προγράμματα αυτά είναι και οι «επιταγές επαγγελματικής κατάρτισης» τα γνωστά και ως voucher, που επαναλαμβάνονται σε τακτά χρονικά διαστήματα, επιβάλλοντας ουσιαστικά την δουλική εργασία ως κανονικότητα αφού εκτός από τον ελάχιστο μισθό που προβλέπουν συνδέουν την πειθάρχηση στο χώρο εργασίας με την «υπόσχεση» μιας μελλοντικής «κανονικής» εργασίας για τους ανέργους που συμμετέχουν σε αυτό.
Την Παρασκευή ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα ενός ακόμα προγράμματος voucher, που αφορά 23.000 ανέργους του ΟΑΕΔ από 29 μέχρι 64 ετών. Οι «ωφελούμενοι», σύμφωνα με τα προβλεπόμενα, «θα παρακολουθήσουν πρόγραμμα θεωρητικής κατάρτισης 120 ωρών, θα πραγματοποιήσουν πρακτική άσκηση 500 ωρών (περίπου 5 μήνες) σε επιχειρήσεις κλάδων αιχμής της ελληνικής οικονομίας και θα λάβουν 2.600 ευρώ ως οικονομική ενίσχυση». Φυσικά, η εφαρμογή όλων των προηγούμενων αντίστοιχων προγραμμάτων έδειξε στη πράξη, ότι δεν πρόκειται καθόλου για πρακτική άσκηση αλλά για κανονική εργασία χωρίς κανονικό μισθό και χωρίς να θεωρούνται εργαζόμενοι όσοι συμμετέχουν, δηλαδή δεν υπάγονται τυπικά στο εργατικό δίκαιο. Αυτή η κατηγοριοποίηση σε «κανονικούς» και «μη κανονικούς» εργαζόμενους φέρνει συχνά τους ίδιους τους εργαζόμενους σε αντιπαράθεση. Είναι ανάγκη να παλέψουμε για να σπάσουν αυτοί οι διαχωρισμοί, που καλλιεργούνται ακόμη και από την πλευρά των εργαζομένων, ώστε τα εργατικά σωματεία να δέχονται τους Voucherαδες ως μέλη τους.
Οι εργαζόμενοι στα προγράμματα αυτά έρχονται να καλύψουν τις θέσεις των απολυμένων, που το καπιταλιστικό σύστημα δημιούργησε, χαλλά με νέους πλέον όρους που εξυπηρετούν την μεγαλύτερη αύξηση των κερδών του Κεφαλαίου αφού η πραγματική στόχευση αυτών των προγραμμάτων είναι η δημιουργία ενός ευέλικτου και απασχολήσιμου εργατικού δυναμικού, που θα αναζητά πακέτα απασχόλησης και κατάρτισης χωρίς μόνιμη δουλειά και μισθό και χωρίς κανένα εργασιακό δικαίωμα. Η ρητορεία του συστήματος περί ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας και της ανταγωνιστικότητας αποτελεί την αφορμή για την ολοένα μεγαλύτερη στήριξη των αφεντικών. Δεν φτάνουν πλέον οι χαμηλοί μισθοί χωρίς δικαιώματα και γι’ αυτό το Κράτος με τα προγράμματα αυτά έρχεται να εξασφαλίζει στο Κεφάλαιο την δυνατότητα να χρησιμοποιεί τους ανέργους όποτε και όταν τους χρειάζεται. Κι έτσι η κρίση γίνεται πραγματική ευκαιρία για τα αφεντικά.
Με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια για το Κεφάλαιο και το Κράτος, αφού από τη μια με το τέχνασμα της ανακύκλωσης ουσιαστικά των ανέργων με τα voucher, φαινομενικά η ανεργία μοιάζει να μειώνεται και απ’ την άλλη τα αφεντικά επιβάλλουν τους δικούς τους όρους εργασίας σύμφωνα με τα συμφέροντά τους, που είναι η περαιτέρω μείωση του εργασιακού κόστους στην παραγωγή και η εντατικοποίηση χωρίς δικαιώματα.
Η «ωφέλεια», που το Κράτος σερβίρει ως παροχή με τις νέες αυτές μορφές εργασίας, είναι ακριβώς η αιχμή ενός μηχανισμού που προσπαθεί να μάθει εκ νέου στους εργαζόμενους τι να περιμένουν από την μισθωτή εκμετάλλευση. Και όλα αυτά πάντα προς όφελος του Κεφαλαίου, την προστασία του και την ενίσχυσή του όπως συμβαίνει σχεδόν πάντα όταν το καπιταλιστικό σύστημα βρίσκεται σε αδιέξοδο.
Στη νέα καταναγκαστική εργασιακή συνθήκη που Κράτος και Κεφάλαιο μας έχουν επιβάλλει, η εργατική τάξη κατακερματισμένη μετατρέπεται σε ένα σύνολο ελαστικών εργαζομένων που βρίσκεται σε διαρκή εξάρτηση. Απέναντι σ’ αυτή τη κατάσταση πρέπει να αντιδράσουμε δυναμικά. Να οικοδομήσουμε τις άμυνες μας στους χώρους δουλειάς και να οργανώσουμε την επίθεσή μας στο καθεστώς εκμετάλλευσης και βαρβαρότητας.
–Να οργανώσουμε τη τάξη μας.
–Μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλους.
–Πλήρη εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα.