Μόλις μια μέρα μετά τη λήξη της απεργίας της ΠΟΕ-ΟΤΑ και ενώ οι πανηγυρισμοί της κυβέρνησης και των δημάρχων για την εν λόγω εξέλιξη δεν είχαν ακόμα κοπάσει, η 60χρονη εργαζόμενη στον Δήμο Ζωγράφου, Ντανιέλα Πρελορέντζου, πέθανε λίγο πριν ανέβει στο απορριμματοφόρο στο χώρο του γκαράζ του Δήμου Ζωγράφου.
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των συναδέλφων της, η Ντανιέλα προσήλθε στην υπηρεσία περίπου στις 00:30 το βράδυ, μέσα σε συνθήκες ασύλληπτης ζέστης και εξαντλητικού καύσωνα, προκειμένου να πιάσει δουλειά και να βοηθήσει στην περισυλλογή σκουπιδών. Αισθάνθηκε αδιαθεσία και λιποθύμησε με αποτέλεσμα να μεταφερθεί εσπευσμένα στον Ευαγγελισμό όπου και διαπιστώθηκε ο θάνατος της. Το πιθανότερο είναι πως ο θάνατός της οφείλεται σε καρδιακό επεισόδιο.
Είναι προφανές πως το γεγονός δεν μπορεί να αποσυνδεθεί από το κλίμα πανικού που έχει εγκαθιδρυθεί τα τελευταία 24ωρα αναφορικά με τα σκουπίδια που δεν είχαν μαζευτεί στους δρόμους της Αθήνας λόγω της απεργίας. Σύμφωνα μάλιστα με καταγγελίες των συναδέλφων της, η Ντανιέλα είχε αναγκαστεί να κάνει δύο βάρδιες μέσα σε μια μέρα, γεγονός που οδήγησε στην εξάντλησή της.
Ο θάνατος της 60χρονης εργαζόμενης είναι η τραγική επιβεβαίωση για το πόσο δίκαιος ήταν ο απεργιακός αγώνας των εργαζομένων στην καθαριότητα των Δήμων. Ένας αγώνας που λοιδωρήθηκε, συκοφαντήθηκε, πολεμήθηκε με λύσσα προκειμένου να οδηγηθεί στην αποκλιμάκωσή του. Σήμερα, μετά από αυτή την τραγική εξέλιξη, απλά αναδεικνύεται η αναγκαιότητα και το δίκιο του συγκεκριμένου αγώνα.
Την στιγμή που τα κυβερνητικά παπαγαλάκια δεν έχουν σταματήσει ακόμα να κουνάνε το δάχτυλο στους απεργούς και όσους τους στήριξαν, την στιγμή που οι λασπολογίες της κυβέρνησης εναντίον των απεργών δεν έχουν ακόμα κοπάσει, ο θάνατος μια εργαζόμενης έρχεται να προσθεθεί στα ένδοξα κατορθώματα όλων των αντισυνδικαλιστικών ρητορικών που προωθήθηκαν με ζήλο τις προηγούμενες μέρες.
Όποιοι μιλήσουν για τυχαίο γεγονός, όποιοι επιχειρήσουν να σχετικοποιήσουν τον θάνατο της εργαζόμενης ρίχνοντάς τα στον καύσωνα, το καλοκαίρι και γενικά, την κακιά την στιγμή είναι δεδομένο πως συμβάλλουν συνειδητά στην συσκώτιση της ουσιαστικής ανάγνωσης του γεγονότος.
Για να τον θάνατο της 60χρονης εργαζόμενης υπάρχουν συγκεκριμένοι ηθικοί αυτουργοί:
Είναι η κυβέρνηση που επιχείρησε να αποσυνδέσει την απεργία από το περιεχόμενό της και να την παρουσιάσει στην κοινή γνώμη ως το εργαλείο της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Είναι η συντριπτική πλειονότητα των ΜΜΕ που έπαιξαν με χαρά το παιχνίδι της κυβέρνησης επιδιδόμενα στο αγαπημένο τους χόμπι: την συκοφάντηση των απεργών. Είναι οι δήμαρχοι που εκβίασαν τους εργαζόμενους στους Δήμους πως αν δεν σταματήσουν την απεργία θα αναθέσουν την καθαριότητα σε ιδιωτικές εταιρείες. Είναι οι απεργοσπάστες που με χαρά έβγαιναν στους δρόμους και σαμπόταραν τον αγώνα των συναδέλφων τους.
Ο θάνατος της 60χρονης εργαζόμενης, μιας γυναίκας που αντί να απολαμβάνει την σύνταξή της κυνηγούσε με αγωνία ολιγόμηνες συμβάσεις με λεφτά της ξεφτίλας καθώς αυτό επιτάσει η νέα εργασιακή πραγματικότητα, βαραίνει όλους εκείνους που με λύσσα έριχναν νερό στον μύλο του κοινωνικού αυτοματισμού που στράφηκε εναντίον μιας δίκαιης απεργίας. Εργαζόμενοι χωρίς δικαιώματα, δουλειές χωρίς μέτρα προστασίας, μισθοί της πλάκας, εγκληματικές συνθήκες εργασίας: αυτά είναι τα συστατικά της εργασίας όπως διαμορφώνεται από τα αφεντικά και την κυβέρνηση. Η αναλωσιμότητα του σύγχρονου εργαζόμενου απεκτείνεται ακόμα και στο επίπεδο της φυσικής του εξόντωσης. Και αυτό κανείς δεν μπορεί με σοβαρότητα να ισχυριστεί πως είναι υπερβολή.
Η εργατική τάξη δεν πρέπει να συνηθίσει τον θάνατο. Τους τελευταίους μήνες οι θάνατοι που έχουν προκληθεί από τις συνθήκες εργασίας είναι τόσοι πολλοί που πλέον αποτελεί πρώτιστη ανάγκη για το εργατικό κίνημα να εντάξει με δομικούς όρους στην ατζέντα των διεκδικήσεών του την συνολική ανασυγκρότηση των συνθηκών εργασίας. Η εργαζόμενη στα Everest, ο ντελιβεράς από την Λάρισα, η 62χρονη του Δήμου Ζωγράφου, τα καθημερινά εργατικά ατυχήματα στα εργοστάσια όλης της Ελλάδας: ο κόσμος της Εργασίας φλερτάρει κάθε μέρα με τον θάνατο.
Να μην συνηθίσουμε τον θάνατο. Να οργανώσουμε την τάξη μας, να συγκρουστούμε με όσους μας θέλουν αναλώσιμους, να τσακίσουμε τον κοινωνικό αυτοματισμό και να ζήσουμε με αξιοπρέπεια. Το χρωστάμε σε όλους τα δολοφονημένα μέλη της τάξης μας, το χρωστάμε στους εαυτούς μας.