Ανακοίνωση της Κλαδικής Ένωσης Τεχνών & Θεαμάτων σχετικά με τη νοσηρή νοοτροπία ότι «η τέχνη θέλει θυσίες», που διαιωνίζει την κακοποίηση στον εργασιακό μας χώρο.
Τα κύματα αποκαλύψεων που συνοδεύουν το ελληνικό #metoo αναδεικνύουν και ένα ευρύτερο εργασιακό πρόβλημα στον χώρο της τέχνης. Η κοινή γνώμη έρχεται αντιμέτωπη με το γεγονός ότι οι έμπειροι σκηνοθέτες/ηθοποιοί επιδίδονταν από πάντα σε κακοποιητικές συμπεριφορές προς τους ηθοποιούς τους, εκμεταλλευόμενοι τα όνειρα των νεαρών και όχι μόνο καλλιτεχνών. Η γνώμη ότι η τέχνη θέλει θυσίες έχει ποτίσει τόσο βαθιά και διάχυτα τις συνειδήσεις μας ώστε απαράδεκτες συμπεριφορές ανθρώπων σε θέσεις εξουσίας να θεωρούνται κανονικές.
Γιατί όμως τόσο έντονα στον κλάδο μας; Υπάρχει λόγος. Οι κακοποιητικές συμπεριφορές από ανθρώπους που κατέχουν θέσεις εξουσίας, προς εκείνους που νιώθουν ότι εξαρτώνται από αυτούς, ξεκινάει από πολύ νωρίς στον χώρο μας και φυσικά είναι απολύτως «νομιμοποιημένος». Η εκπαίδευση στις δραματικές σχολές μοιάζει να έχει για κυριότερο σκοπό της την προετοιμασία του επίδοξου ηθοποιού για τη σκληρή πραγματικότητα την οποία πρόκειται να βιώσει όταν εκπληρώσει τον στόχο του. Από την πρώτη κιόλας μέρα που ο/η φοιτητής/ρια θα πατήσει το πόδι στη σχολή, έρχεται αντιμέτωπος/η με την κουλτούρα του εκφοβισμού και της εξουσιαστικής συμπεριφοράς. Υβριστικά, σεξιστικά, και ομοφοβικά σχόλια συνοδεύουν τα πρώτα της βήματα και την βάζουν σε έναν κόσμο όπου η κακοποίηση μασκαρεύεται ως εργαλείο εκμάθησης και «σκληραγώγησης».
Με πρόσχημα τη σεξουαλική απελευθέρωση, πολλές φορές οι σπουδαστές οδηγούνται σε δήθεν διερεύνηση του ίδιου τους του εαυτού, μα στην πραγματικότητα χρησιμοποιούνται για να εκπληρώσουν τα βίτσια του καθενός. Μαθαίνουν να ανέχονται σκηνές βίας που οι συμπαίκτες δεν είναι συνεννοημένοι, φιλιά και χουφτώματα που δεν έχουν καμία υποκριτική υπόσταση, κρυφά ποτά και δείπνα, ακόμα και στρίμωγμα σε γωνίες, και όλα αυτά για να γίνουν «σπουδαίοι ηθοποιοί», μιας και έτσι μαθαίνουν ότι θα καταρτιστούν επάξια στον χώρο. Μέσα σε όλο αυτό το σύστημα εκφοβισμού, απαιτείται μια ομερτά που λειτουργεί ως προστασία των εξουσιαστών και ως εκβιασμός των εξουσιαζομένων. Με λίγα λόγια, ο/η νέος/α ηθοποιός, χορευτής/ρια, μαθαίνει από την αρχή ότι για να επιβιώσει σε αυτόν τον χώρο θα πρέπει να ακολουθεί πιστά και τυφλά την τέχνη του, ακόμα και όταν υφίσταται κακοποίηση, αφού είναι κι αυτή μέρος της. Στην πραγματικότητα, αυτή η κακοποίηση δεν είναι αποκλειστικά καλλιτεχνικό ζήτημα, μα απλά μια έκφανση της ευρύτερης που υπάρχει στο σύστημα, σε όλες τις εκδοχές της ζωής και της καθημερινότητάς μας. Η εξουσία του εκπαιδευτικού είναι καθρέφτης της εντατικοποίησης στους χώρους εργασίας. Γεννιέται και συντηρείται από την εξουσία που φτιάχνει αφεντικά κι εργαζόμενες, ενώ συνδυάζεται με την πατριαρχία για ακόμα πιο καταστροφικές συνέπειες.
Ο εκφοβισμός και η τρομοκρατία θεωρούνται θέσφατα από τα πρώτα βήματα ενός παιδιού στις σπουδές του. Η αυστηρότητα των εκπαιδευτικών συχνά ξεπερνάει τα παιδαγωγικά όρια και στο όνομα της σκληραγώγησης και της πειθαρχίας επιτάσσει μεθόδους ξεπερασμένες και καταδικαστέες. Η κοινωνία -με πρώτη πρώτη πολλές φορές την ίδια την οικογένεια- θεωρεί ότι η βία και ο εκφοβισμός είναι μέσα διεύρυνσης του ταλέντου και κατάκτησης ενός απώτερου -και τελείως αόριστου- στόχου. Λες και το θέμα είναι «να σωθεί η ψυχή» από τα λάθη, οπότε επιβάλλεται η μέγιστη εξουσία στα σώματά μας, μια εξουσία που δε χρειάζεται καν να είναι ωμή βία. Και κάπως έτσι, γίνονται ακόμη και από τον περίγυρό μας αποδεκτές όλες αυτές οι συμπεριφορές ως μέσο επίτευξης μιας λαμπρής καριέρας, η οποία θα έρθει με κάθε κόστος, αφού έχοντας περάσει όλα αυτά θα έχουμε καταφέρει να θεωρούμαστε άξιες/οι για τον χώρο.
Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών, δεν αλλάζουν και πολλά πράγματα. Οι νεαρές/οί καλλιτέχνες είναι πια πειθήνια όντα, έτοιμα για την αγορά εργασίας, αν δεν είχαν πειθαρχηθεί ήδη σε κάποια άλλη δουλειά. Αν κάποιος/α ασχοληθεί επαγγελματικά με το θέατρο, τη μουσική, ή τον χορό, πρέπει να μάθει να επιβιώνει σε αυτό το περιβάλλον. Θα τον/την βρίσουν, θα φάει ξύλο, θα του/της πετάξουν τασάκια και τραπέζια, θα τον/την εξευτελίσουν, θα αναγκαστεί να δουλεύει αμέτρητες ώρες, να κάνει απλήρωτες πρόβες, να ξεχάσει τι σημαίνει πρωί και βράδυ. Ένας θιασάρχης, σκηνοθέτης, μαέστρος ή παραγωγός θα απειλήσει την νεαρή/ό καλλιτέχνη με καταστροφή καριέρας και θα την ξεζουμίσει σε σημείο υπερκόπωσης (συνήθως απλήρωτης), την οποία στη συνέχεια θα αποκαλέσει παράσημο. Η ψυχολογική βία θα γίνει μέρος της καθημερινότητάς του: θα μάθει να αισθάνεται αχάριστη αν σηκώσει κεφάλι και αγνώμων αν αντισταθεί, θα πρέπει να φροντίσει να μην αμαυρώσει το όνομά της για τις «μικρές ιδιοτροπίες» του αφεντικού της, θα αναγκαστεί να βάζει πάνω απ’ όλα την αμφίβολη καριέρα του και όχι την προσωπική του αξιοπρέπεια. Θα πρέπει, εν ολίγοις, να μάθει να συμμορφώνεται «για να μην χάσει την ευκαιρία της ζωής του».
Όλα αυτά φυσικά δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο των εργοδοτών στον χώρο της τέχνης. Όλα τα αφεντικά έχουν τον ίδιο σκοπό και χρησιμοποιούν τα ίδια μέσα. Αυτό που ξεχωρίζει, όμως, τον χώρο της τέχνης από άλλα εργασιακά καθεστώτα είναι το πραγματικά αξιοσημείωτο παράδοξο ότι η κοινωνία για κάποιον λόγο αποδέχεται αυτή τη συνθήκη ως μία κανονικότητα και ότι ο/η καλλιτέχνης πρέπει να θυσιαστεί στον βωμό της τέχνης. Η άποψη ότι «έτσι είναι ο τάδε» ή «έτσι δουλεύει ο δείνα» έχουν ποτίσει τόσο βαθιά τις συνειδήσεις μας, που οι ίδιοι άνθρωποι που δεν θα ανεχτούν το παραμικρό στον «πιο κανονικό» εργασιακό τους χώρο, θα σου πουν ότι δεν αγαπάς την τέχνη σου αν αποχωρήσεις από μία δουλειά στην οποία ο τραμπουκισμός είναι στην ημερίσια διάταξη. Η πεποίθηση ότι λύγισες επειδή είσαι αδύναμος και όχι επειδή σε κακοποιούν είναι διάσπαρτη σε όλους τους κοινωνικούς και ιδεολογικούς χώρους. Ας πούμε, λοιπόν, αυτό που εκφράζουν όλες οι καταγγελίες των θυμάτων: πίσω από αυτές τις πρακτικές δεν υπάρχει κάποιο υψηλό ιδεώδες, αλλά ο σαδισμός και η εξουσία των αφεντικών.
Για να μπορέσουμε να μιλήσουμε για τέχνη, ας ξεριζώσουμε αρχικά όλη αυτή τη νοοτροπία και ας δώσουμε χώρο και στήριξη στα θύματα να μιλήσουν κι άλλο, ώστε να μην υπάρξουν άλλα. Η τέχνη που οραματιζόμαστε οφείλει να διεκδικεί και να συνυπάρχει με την κοινωνία. Δεν μας αφορά μια τέχνη όπου θυσιάζει τον άνθρωπο, για να υπάρξει μετά ένα «τρανό έργο» προς τέρψη ενός εξουσιομανούς ψώνιου. Δεν μας αφορά μια τέχνη που δε βλέπει την πατριαρχία σαν απολίθωμα, αλλά σαν εργαλείο σκληραγώγησης, συχνά και ως αυτοσκοπό για τα βίτσια των αφεντικών μας. Ας κάνουμε την αρχή για να σταματήσει ο κλάδος μας να είναι όργιο κακοποίησης και εξουσιαστικών συμπεριφορών.
-
Δίνουμε βήμα και φωνή σε κάθε νέα καταγγελία! Οι «ναι-μεν-αλλάδες», οι σεξιστές, και οι ψωνισμένοι θιασάρχες να το βουλώσουν επιτέλους!
-
Καταγγέλουμε και πολεμάμε την εργοδοτική αυθαιρεσία όπου κι αν βρίσκεται!
-
Ακούμε τα θύματα! Απομόνωση των κακοποιητών!
Κλαδική Ένωση Τεχνών & Θεαμάτων