Του Γιάννη Ανδρουλιδάκη
Παρακολουθώντας κάποιος ανυποψίαστος την επιχειρηματολογία ενός τμήματος του αντιρατσιστικού κινήματος το τελευταίο διάστημα, θα συμπέραινε ότι στην Ελλάδα έχει γίνει μία τεράστια παρανόηση. Ότι δηλαδή, ενώ στη χώρα μας συντελείται ένα γεγονός που είναι από θετικό έως και «ευλογία», δηλαδή η μαζική εισροή μεταναστών από λεηλατημένες χώρες, η κοινωνία όχι μόνο δεν το εκμεταλλεύεται αλλά επιθυμεί και την ανακοπή του. Πίσω από αυτήν τη στενομυαλιά κρύβεται –κατά την ίδια αντίληψη– η άρνηση της πολυπολιτισμικότητας και η εμμονή στην κλειστή κοινωνία.
Η αντίληψη αυτή έχει σχέση με την πραγματικότητα. Αν όχι με τη σημερινή, τότε σίγουρα με εκείνη που ελπίζουμε να διαμορφωθεί σε εκατόν πενήντα χρόνια, όταν η ελευθεριακή κοινωνική επανάσταση θα έχει εδραιωθεί στις κοινωνικές σχέσεις και θα έχει εξαφανίσει τη σπάνη των αγαθών. Τότε, τα μακρυνά ταξίδια και οι ανταλλαγές πληθυσμών και πολιτισμών θα είναι πράγματι ένα ευλογημένο φαινόμενο, που θα επιτρέπει στους ανθρώπους να συναντούν ανοιχτούς ορίζοντες και διαφορετικούς ανθρώπους. Κάτι σαν φοιτητική ζωή στο Παρίσι.
Μέχρι τότε, η μετανάστευση θα είναι ένα τραγικό φαινόμενο. Ιδιαίτερα δε για τους ίδιους τους μετανάστες. Οι άνθρωποι που στοιβάζονται στα καράβια και τα φορτηγά για να γλιτώσουν από τον πόλεμο και την πείνα και φθάνοντας εδώ ζουν σε τρώγλες αντιμέτωποι με σαδιστές αστυνομικούς και αδηφάγους δουλέμπορους, δύσκολα αντιλαμβάνονται την «ευλογία» του φαινομένου και ακόμα δυσκολότερα ενδιαφέρονται για τη σπορά του ιδιαίτερου πολιτισμού τους στον χρωματιστό βιότοπο της ευρωπαϊκής κουλτούρας. Βασικά είναι θύματα του καταμερισμού εργασίας που ζητάνε να φάνε.
Όθεν, θύμα του ίδιου καταμερισμού εργασίας αποτελεί και ένα μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας. Σε αυτή τη βάση είναι εφικτή και απαραίτητη η συμμαχία του με τους μετανάστες. Περισσότερο από άνθρωποι με ενδιαφέρουσες κουλτούρες και νόστιμες κουζίνες, οι μετανάστες είναι τα ταξικά μας αδέλφια. Η καταπίεσή τους, η καταστολή και η διατήρησή τους σε καθεστώς ομηρίας, βοηθά το Κεφάλαιο να βελτιώσει τη θέση του στον συσχετισμό δυνάμεων απέναντι στην Εργασία. Μετανάστες με χαρτιά, δικαιώματα, ασφάλιση και ανθρώπινους μισθούς σημαίνει ισχυρότερη θέση για όλους τους εργαζόμενους στην αντιπαράθεσή, αλλά και στη διαπραγμάτευση, με το Κεφάλαιο.
Η προσπάθεια να «ανταλλαχθεί» αυτή η πραγματικότητα με ανθρωπιστικές σοφιστείες φιλελεύθερης έμπνευσης απέτυχε οικτρά. Ο «αντιρατσισμός του multi culti» καταρρέει σήμερα υπό το βάρος μιας ασήκωτης κοινωνικής πίεσης. Δυστυχώς, αφήνοντας πίσω του ισχυρά ρατσιστικά αντανακλαστικά. Τη θέση του είναι αναγκαίο να πάρει ο ταξικός αντιρατσισμός της εργατικής αλληλεγγύης. Τότε, δίπλα στα στεφάνια για το multi culti μεταμοντερνισμό θα ανοίξουμε μια δεύτερη τρύπα για να θάψουμε τον ρατσισμό και τον φασισμό.