Ανακοίνωση της Κλαδικής Ένωσης Υγείας της Αναρχοσυνδικαλιστικής Πρωτοβουλίας Ροσινάντε
Στο μέσο του πέμπτου κύματος της πανδημίας η κυβέρνηση φέρνει ένα σχέδιο νόμου για το λεγόμενο «Νέο ΕΣΥ». Ουσιαστικά πρόκειται για μια αντι-μεταρρύθμιση συμβατή με την προεκλογική εξαγγελία της Ν.Δ., που το είχε στο ντουλάπι της πριν την πανδημία. Όπως μας απέδειξε από τη διαχείριση αυτής, που περιλάμβανε την περαιτέρω αποψίλωσης του ΕΣΥ, δεν διδάχθηκε τίποτα. Οπότε προχωρά στην ταφόπλακα του δημόσιου συστήματος υγείας, πιστή στις νεοφιλελεύθερες ιδεοληψίες της και τις ονειρώξεις της ιδιωτικής υγείας. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται από τον άξονα του νέου νομοσχεδίου που αποτελείται από το τρίπτυχο: ιδιώτες γιατροί σε ρόλο τροχονόμου – απογευματινά χειρουργεία επί πληρωμή – μετατροπή νοσοκομείων σε κέντρα πρώτων βοηθειών. Ούτε κατ’ ελάχιστο δεν ικανοποιεί αιτήματα του υγειονομικού κινήματος της τελευταίας διετίας. Αντίθετα, ο απώτερος στόχος είναι η μειωμένη προσβασιμότητα στους χρήστες υγείας και η μεγιστοποίηση των κερδών του ιδιωτικού κεφαλαίου στον κλάδο της υγείας.
Υπάρχει ήδη νόμος που προβλέπει ότι σε περίπτωση που δεν υπάρχει κάποια ειδικότητα στο νοσοκομείο, καλείται κάποιος γιατρός από τον ιδιωτικό τομέα ώστε να εκτελέσει την ιατρική πράξη για την οποία υπάρχει ανάγκη. Τώρα με το νέο νομοσχέδιο η κυβέρνηση φροντίζει να αφήσει χώρο στις χειρουργικές ειδικότητες του ιδιωτικού τομέα. Κι αυτό γιατί με την υπάρχουσα μεγάλη λίστα αναμονής των προγραμματισμένων χειρουργείων λόγω υποστελέχωσης του ΕΣΥ, θα κερδίζει έδαφος η απογευματινή επί πληρωμής λειτουργία έναντι της δωρεάν πρωινής λειτουργίας. Κοινώς, καθιερώνει το «φακελάκι», μέσω του οποίου ένας/μία ασθενής μπορεί να χειρουργηθεί χωρίς αναμονή στη λίστα. Με βάση τα κλειστά ενοποιημένα νοσηλεία που χρεώνονται στον ΕΟΠΥΥ, οι τιμές που θα πληρώνονται από τους χρήστες υγείας μπορεί να φτάνουν, ακόμα και για απλές επεμβάσεις, τις τέσσερεις με πέντε χιλιάδες ευρώ για δύο ημέρες νοσηλείας.
Ταυτόχρονα αναβαθμίζεται ο οικογενειακός γιατρός (πλέον προσωπικός γιατρός) και προβλέπεται ότι οι ασθενείς δεν θα έχουν δικαίωμα να εισαχθούν σε δημόσιο νοσοκομείο χωρίς την έγκρισή του. Μόνο σε ιδιωτικό θα μπορούν χωρίς μια τέτοια προϋπόθεση, καθώς εκεί παραμένει μοναδικό κριτήριο η οικονομική δυνατότητα του/της κάθε ασθενή/ούς. Και πού βρίσκεται πρόβλημα σ’ αυτό, εφόσον θα υπάρξει προφανώς η δικλείδα τα έκτακτα περιστατικά να περνούν από τις κλήσεις στο ΕΚΑΒ και όχι τον προσωπικό γιατρό; Προσωπικό γιατρό δεν έχουν οι ανασφάλιστοι/ες. Αυτό σημαίνει αποκλεισμό αυτών των ανθρώπων από το ΕΣΥ, που περιλαμβάνει μεγάλων αριθμό μεταναστ(ρι)ών και προσφύγων.
Επιπλέον, με απόφαση ήδη από τον Νοέμβρη του 2021 που το «νέο ΕΣΥ» επικυρώνει, το υπουργείο μετατρέπει νοσοκομεία σε πρωτεύοντα-κόμβους και δευτερεύοντα-ακτίνες, κι αυτό θα ισχύει όχι μόνο περιφερικά αλλά και για τις κεντρικές ΥΠΕ. Οδηγούμαστε δηλαδή στη συρρίκνωση νοσοκομείων με κλείσιμο κλινικών στο εσωτερικό τους και υποβάθμισής τους είτε σε κέντρα πρώτων βοηθειών, διαλογής ή νοσοκομεία περιορισμένων κλινικών και τη διατήρηση μόνο κάποιων μεγάλων κεντρικών νοσοκομείων. Το γεγονός αυτό εξηγεί και τη λυσσαλέα άρνηση της κυβέρνησης, όχι μόνο να καλύψει τις επαυξημένες ανάγκες σε προσωπικό ελέω πανδημίας, αλλά ακόμα και να αναπληρώσει τις σαράντα χιλιάδες κενές οργανικές θέσεις και μάλιστα θέτοντας σε αναστολή χιλιάδες υγειονομικούς.
Αντί να προωθηθεί η απρόσκοπτη προσβασιμότητα στα νοσοκομεία, ανάγκη καθολική όπως ανέδειξε και η πανδημία, το νέο νομοσχέδιο επιτείνει τα εμπόδια πρόσβασης σ’ αυτό. Τα νοσοκομεία της χώρας που έχουν δώσει μια τεράστια μάχη όλον αυτόν τον καιρό δεν έχουν ανάγκη από τροχονόμους ή εξωτερικούς «συνεργάτες» για να παρέχουν καλύτερες υπηρεσίες, πόσο μάλλον να συρρικνωθούν περαιτέρω. Έχουν ανάγκη από μαζικούς διορισμούς προσωπικού και υλικοτεχνικές υποδομές. Έχουμε ανάγκη από το άνοιγμα των μονάδων που έχουν κλείσει από το 2010, δεν έχουμε ανάγκη τα Ραφάλ ή όπλα που στέλνονται στο μέτωπο της Ουκρανίας.
Καμιά ανοχή στο νέο νομοσχέδιο της κυβέρνησης. Το εργατικό κίνημα έκανε αισθητή τη δύναμή του στη γενική απεργία της 6ης Απρίλη. Το υγειονομικό κίνημα δεν έχει άλλη επιλογή παρά να πάρει τη σκυτάλη και να συνεχίσει με πραγματικούς όρους νίκης Η κήρυξη απεργίας ενάντια στο νέο νομοσχέδιο πριν ακόμη έρθει αυτό προς ψήφιση στο κοινοβούλιο, είναι επιβεβλημένη.