Μετά από ενάμισι χρόνο κατά τον οποίον, με πρόφαση την πανδημία, η κυβέρνηση έβαλε στον πάγο θεμελιώδη εργατικά δικαιώματα, επιτέθηκε σε κάθε συλλογική οργάνωση και έκφραση και μετέτρεψε την καταστολή ως τον απόλυτο και μοναδικό κοινωνικό ρυθμιστή, η κατάθεση του εργασιακού νομοσχεδίου έρχεται να μονιμοποιήσει ένα καθεστώς κοινωνικού σιωπητηρίου και εργοδοτικής δικτατορίας, ένα καθεστώς που απαγορεύει ουσιαστικά τη συλλογική δράση του εργατικού κινήματος.
Στην προσπάθειά της αυτή έχει συμμάχους, εκτός από τον ΣΕΒ και τις εργοδοτικές οργανώσεις, την ΓΣΕΕ, η οποία ευθέως στηρίζει την ουσία του νομοσχεδίου, που συνίσταται στην πράξη στην απαγόρευση του πρωτοβάθμιου και του κλαδικού συνδικαλισμού και την πλήρη υπαγωγή του στο κράτος και τον κρατικό, εργοδοτικό συνδικαλισμό των παναγόπουλων.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον η ΓΣΕΕ μόχθησε και πέτυχε να ματαιώσει την απεργία της 3ης Ιουνίου, η οποία είχε αποφασισθεί από σειρά γενικών συνελεύσεων σωματείων, κλαδικών ομοσπονδιών και εργατικών κέντρων. Δυστυχώς, δε μπορούμε να πούμε ότι η υπεράσπισή της από τις ομοσπονδίες και τα εργατικά κέντρα που την αποφάσισαν ήταν πολύ θερμή.
Ακόμα κι έτσι, η απεργία της 10ης Ιουνίου είναι για το συνδικαλιστικό και το εργατικό κίνημα, και κατ’ επέκταση για την κοινωνία, μια μάχη επιβίωσης, μια μάχη για τη διατήρηση του δικαιώματος στη συλλογική δράση.
Το νομοσχέδιο Χατζηδάκη καταργεί τη συλλογική διαπραγμάτευση επιβάλλοντας τη «διαπραγμάτευση» κάθε ενός εργαζόμενους και κάθε μίας εργαζόμενης χωριστά με τα αφεντικά τους, επιβάλει τον κρατικό έλεγχο στα συνδικάτα, φακελώνοντας τη συνδικαλιστική δράση των μελών τους και συνθλίβοντας την ανεξαρτησία τους, απαγορεύει την αλληλεγγύη μεταξύ δευτεροβάθμιων και πρωτοβάθμιων οργανώσεων, στηρίζει την απεργοσπασία και απαγορεύει την απεργιακή περιφρούρηση, την οποία ονομάζει με οργουελιανό τρόπο «ψυχολογική πίεση». Μέσα από αυτές τις ρυθμίσεις, η κυβέρνηση καταργεί στην πραγματικότητα την έννοια της συλλογικής σύμβασης, προωθώντας επιθετικά τις ατομικές συμβάσεις, στο πρότυπο του αγνού και παρθένου καπιταλισμού του 19ου αιώνα και της κατάκτησης της Άγριας Δύσης.
Είναι σε αυτό το πλαίσιο που εισάγονται ήδη από αυτό το νομοσχέδιο ρυθμίσεις που καταργούν τις πληρωμένες υπερωρίες, δηλαδή της de facto 10ωρης εργασίας με ελαστικοποίηση.
Το συνδικαλιστικό κίνημα δεν έχει ούτε λόγο ούτε δυνατότητα να συνδιαλλαγεί είτε με το νομοσχέδιο αυτό είτε με τα γραφειοκρατικά τερατάκια (μισοί άνθρωποι – μισοί καρέκλα) της ΓΣΕΕ που το στηρίζουν. Η απεργία της 10ης Ιουνίου δεν μπορεί να είναι η συμβατική εκπλήρωση του απεργιακού καθήκοντος, αλλά οφείλει να γίνει το πρώτο βήμα για την αναδιοργάνωση της συλλογικής μας δύναμη ενάντια στα αφεντικά, την κυβέρνηση και τα τσιράκια τους στην ΓΣΕΕ.
Παλεύοντας από σήμερα για να μην ψηφιστεί αυτός ο νόμος, πρέπει να οργανώσουμε τις δυνάμεις μας για την ανατροπή του με κοινωνικούς και ταξικά κινηματικούς όρους, δηλαδή για την ενίσχυση των ανεξάρτητων συνδικαλιστικών οργανώσεων σε απεργιακή κατεύθυνση.
Σε αυτό το πλαίσιο, η κήρυξη από σήμερα κιόλας μιας 48ωρης απεργίας για τις 16-17 Ιουνίου, οπότε και πρόκειται να κατέβει το νομοσχέδιο σε ψήφιση στη Βουλή, θα ήταν μια αυτονόητη κλιμάκωση του αγώνα ενάντια στα αντεργατικά νομοθετήματα.
Η Αναρχοσυνδικαλιστική Πρωτοβουλία Ροσινάντε καλεί κάθε εργαζόμενο και εργαζόμενη στις απεργιακές διαδηλώσεις της Πέμπτης σε όλη την Ελλάδα και στις προσυγκεντρώσεις της στις 10:30 πμ στα Χαυτεία (Αθήνα) και στην πλ. Αγοράς (Χανιά)
-Μαζική πάλη για την απόσυρση και την ανατροπή του εργασιακού νομοσχεδίου που καταργεί τη συλλογική δράση και εγκαθιδρύει εργοδοτική δικτατορία
-10 Ιουνίου κανένας/καμία για δουλειά, όλοι/ες στον δρόμο
-Νέα 48ωρη απεργία για τις 16 & 17 Ιουνίου, ενάντια στην ψήφιση του νόμου
-Συγκρότηση εργασιακών και απεργιακών επιτροπών ανά χώρο δουλειάς και κλάδο για την απεργιακή ανασυγκρότηση του συνδικαλιστικού κινήματος
-Απόλυτος οργανωτικός διαχωρισμός από τα γραφειοκρατικά ζόμπι της ΓΣΕΕ, συγκρότηση της ταξικής αντικαπιταλιστικής συνδικαλιστικής συνομοσπονδίας των εργαζομένων