Του Γιώργου Τσιάρα
Δεν ήταν τελικά επανάσταση – ούτε, πολύ περισσότερο, αντεπανάσταση. Η εξέγερση των οπαδών της ιρανικής αντιπολίτευσης, μετά το αρνητικό (και κατ’ αυτούς «μαγειρεμένο») αποτέλεσμα των εκλογών της 12ης Ιουνίου, κατεστάλη μεν βίαια από το καθεστώς, αλλά σε καμία περίπτωση δεν απέτυχε λόγω της καταστολής. Απέτυχε, όπως και η ίδια η υποψηφιότητα του Μιρ Χοσείν Μουσαβί, επειδή δεν κατάφερε να εκφράσει τους πόθους και τις επιθυμίες της πλειονότητας των Ιρανών για μια καλύτερη ζωή. Απέτυχε γιατί, αντί να περάσει τα «μεταρρυθμιστικά» μηνύματα της στον μέσο Ιρανό αγρότη ή εργαζόμενο, προσπάθησε πρωτίστως να απευθυνθεί στο εξωτερικό. Απέτυχε, τέλος, διότι οι ίδιοι οι επικεφαλής του «πράσινου» κινήματος όχι μόνον δεν είναι δημοκράτες και εκσυγχρονιστές, όπως εντέχνως παρουσιάστηκαν στην Δύση, αλλά προέρχονται και από την καρδιά του θεοκρατικού συστήματος εξουσίας.
Κανείς βέβαια δεν μπορεί να αποκλείσει νέες κοινωνικές εκρήξεις, σε μια χώρα που ασφυκτιά από την οικονομική κρίση και τους αμέτρητους κοινωνικούς και θρησκευτικούς περιορισμούς. Μπορεί ο Μουσαβί και ο έτερος μεταρρυθμιστής Μεχντί Καρουμπί, να έχασαν την μάχη της κάλπης, αλλά με την έμπρακτη αμφισβήτηση του νικητή έδειξαν ξεκάθαρα στην ιεραρχία πως αποτελούν μια νέα ισχυρή πολιτική δύναμη στο Ιράν. Πολλοί αναλυτές εκτιμούν μάλιστα πως ο Μουσαβί, που βέβαια -ως πρώην πρωθυπουργός του Χομεϊνί – είναι «σαρξ εκ της σαρκός» του ισλαμικού καθεστώτος, έχει ήδη έρθει σε «συνεννόηση» με τον Αγιατολάχ Χαμενεΐ και το πανίσχυρο «Συμβούλιο των Φρουρών», ώστε οι (έτσι κι αλλιώς περιορισμένες) εξουσίες του Αχμαντιντετζάντ, ιδίως όσον αφορά την οικονομία, να «ελεγχθούν» ακόμη περισσότερο από τους πραγματικούς κυβερνήτες της χώρας.
Η αντίθεση στην «λαϊκίστικη» οικονομική πολιτική του Αχμαντινετζάντ (που με το μοίρασμα επιδομάτων και έκτακτων επιδοτήσεων στην πεινασμένη φτωχολογιά, αλλά και την γιγάντωση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της «Φρουράς της Επανάστασης», έρχεται σε σύγκρουση με τα συμφέροντα της «βολεμένης» ιρανικής μεσαίας τάξης) αποτελεί άλλωστε την «κολυμπήθρα» μέσα στην οποία ζυμώθηκε και βαπτίστηκε το πράσινο κίνημα του Μουσαβί, γύρω από το οποίο συνασπίστηκαν τα πλέον ετερόκλητα τμήματα της περσικής κοινωνίας.
Στην προσπάθεια τους να παρουσιάσουν τον Μουσαβί ως… πρωταθλητή της δημοκρατίας και ελπίδα της χώρας, σε μανιχαϊκή αντίστιξη με τον «δικτάτορα» Αχμαντινετζάντ, τα περισσότερα δυτικά ΜΜΕ «ξέχασαν» εντελώς το γεγονός ότι ο πρώην πρωθυπουργός αποτελεί και ο ίδιος προϊόν του ίδιου καθεστώτος που (υποτίθεται πως) επιθυμεί να ανατρέψει. «Ξέχασαν» πως ο Μουσαβί, σαν πρωθυπουργός μεταξύ 1981 και 1988, διηύθυνε προσωπικά ένα από τα σκληρότερα «πογκρόμ» αντικαθεστωτικών, φυλακίζοντας –και ενίοτε δολοφονώντας– εκατοντάδες αριστερούς συνδικαλιστές και διανοούμενους. Ξέχασαν επίσης πως ευθύνεται προσωπικά για την πολιτική «ολομέτωπης επίθεσης» ανεκπαίδευτων και άσχημα οπλισμένων στα πεδία των μαχών με το Ιράκ , που οδήγησε σε τρομακτικές απώλειες – πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι έχασαν την ζωή τους. Πολλά από τα παιδιά που σήμερα διαδηλώνουν υπέρ του είναι ορφανά του οκταετούς πολέμου, καρποί του ιρανικού «μπέιμπι-μπουμ»
Το σημαντικότερο; Αγνόησαν προκλητικά το γεγονός πως ο αζερικής καταγωγής Μουσαβί χρωστά μεγάλο μέρος της δημοτικότητας του στην υποστήριξη του μεγάλου αντιπάλου του Χαμενεΐ, Ακμπάρ Χασεμί Ραφσατζανί, ο οποίος –εκτός από «πατριάρχης» μίας από τις πλουσιότερες οικογένειες του Ιράν– θεωρείται ο κύριος εκφραστής των συμφερόντων της περσικής ελίτ. Ο Ραφσατζανί έχασε εύκολα τις εκλογές του 2005, και εφέτος ποντάρισε τα ρέστα του στον νεώτερο και, κυρίως, προσωπικά ακηλίδωτο Μουσαβί. Και ίσως θα κέρδιζε την παρτίδα, αν δεν είχε απέναντι του το πανίσχυρο «βαθύ κράτος» της χώρας.
Τα συμφέροντα αυτά δεν θέλουν σε καμιά περίπτωση την κατάρρευση του καθεστώτος, αφού κάτι τέτοιο θα σήμαινε την κατάρρευση και των δικών τους μονοπωλιακών ή στην καλύτερη περίπτωση ολιγοπωλιακών μηχανισμών πλουτισμού τους: ούτε φυσικά επιθυμούν την άνευ όρων διαπραγμάτευση με την Δύση ή τη διακοπή του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν. Για την ακρίβεια, ο Μουσαβί ξεκαθάρισε από την πρώτη στιγμή πως θα συνεχίσει με αμείωτη ένταση τον εμπλουτισμό ουρανίου: το μόνο που υποσχέθηκε είναι πως θα προσπαθήσει να πείσει Αμερικανούς και Ευρωπαίους για τις ειρηνικές προθέσεις του προγράμματος –το ίδιο δηλαδή που κάνει εδώ και τέσσερα χρόνια ο «κακός» Αχμαντινετζάντ…
Όλα αυτά βέβαια δεν αναιρούν το γεγονός ότι η εξέγερση της Τεχεράνης κρύβει πίσω της γνήσια οργή και αγανάκτηση, ιδίως όσον αφορά το δυναμικότερο και πιο καταπιεσμένο κομμάτι της ιρανικής κοινωνίας, την σπουδάζουσα νεολαία και τους νεαρούς εργαζόμενους. Και ίσως οδηγήσει –όπως όλες οι εξεγέρσεις– σε σημαντικότερες πολιτιστικές και πολιτικές αλλαγές, απ΄ ότι φαίνεται αρχικά. Μάλλον, όμως, θα «ξεφουσκώσει» οριστικά, προδομένο από την ίδια του την ηγεσία – που, όπως είδαμε, επιδιώκει από την πρώτη στιγμή έναν στρατηγικό συμβιβασμό με τον Χαμενεΐ και τους «Φρουρούς», και ένα νέο μοίρασμα της πίτας της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας, και πρωτίστως των πετρελαϊκών εσόδων, που κατά την γνώμη τους απειλούνται από την προοπτική μίας περαιτέρω επιδείνωσης των σχέσεων με την Δύση.
Αυτό ήταν από την πρώτη στιγμή το πραγματικό, ταξικό διακύβευμα των εκλογών – και όχι η επαναφορά των στοιχειωδών πολιτικών και θρησκευτικών ελευθεριών, την οποία ούτε ο (γνήσια μεταρρυθμιστής και μετριοπαθής) Μοχαμάντ Χαταμί δεν κατάφερε να προωθήσει, στα οκτώ χρόνια που έμεινε στην προεδρία της χώρας. Όσο για την άμοιρη δημοκρατία, για την οποία τόσο μελάνι, αίμα και, δυστυχώς, κροκοδείλια δάκρυα χύθηκαν αυτές τις μέρες, αυτή σίγουρα μπορεί να περιμένει, ως ότου αλλάξουν οι βουλές του Αλλάχ…