του Βασίλη Μπέλλου
«Η φρίκη που ναι, κι αυτή ένα είδος οργής, ήταν έτοιμη μέσα στις ψυχές και τα λαγούμια ήταν έτοιμη μέσα στα δάση, όταν ξέσπασε η Γαλλική Επανάσταση. Η Βανδέα ξεσηκώθηκε. Γιατί ένιωσε να την καταπιέζει αυτή η δια της βίας απολύτρωση. Συνηθισμένο λάθος των δούλων»
Β. Ουγκώ, ‘1793’
Ο ελιτισμός ανέκαθεν ήταν πρόβλημα του ριζοσπαστικού κινήματος. Η απαξίωση των μαζών ως «καθυστερημένων» που δεν μπορούν να αντιληφθούν την «πρωτοπόρα» και «επαναστατική» φύση τους, οδηγεί πολλές φορές τον καταπιεσμένο κόσμο προς την αντίθετη κατεύθυνση, ακόμα και με πολύ έντονο τρόπο. Τέτοιο φαινόμενο ήταν η Αμάρυνθος. Σήμερα, αντίστοιχη κατάσταση έχει διαμορφωθεί στον Άγιο Παντελεήμονα.
Όταν απαξιώνεται μία ολόκληρη γειτονιά ως «νοικοκυραίοι» και «φασίστες», όταν γίνεται ερήμην της πεδίο εκτόνωσης ιδεολογημάτων (και αυτό ξεκινά από τον ΣΥΡΙΖΑ και φτάνει μέχρι τους αναρχικούς, με διαφορετικό τρόπο φυσικά ο καθένας) είναι επόμενο να καταφέρνει ο κάθε υπάνθρωπος παρακρατικός χρυσαυγίτης να αποκτά πολιτικό έρεισμα.
Ποιός αντιμετώπισε αυτή τη γειτονιά ως αυτό που είναι, ως ανθρώπους που αν μη τι άλλο τους θέλουμε συμμάχους καθώς είναι κόσμος του μεροκάματου; Ποιός άφησε παράμερα τα λάβαρά του και τις θεαματικές κινήσεις προς άντληση πολιτικής υπεραξίας ή ψήφων, για να προσπαθήσει να επικοινωνήσει με τον κόσμο αυτό («ημεδαπό» και «αλλοδαπό»); Ποιος αναλίσκεται να αναμασά απλά τον ανθρωπισμό του πολυπολιτισμού, έναν αντιρατσισμό που πιο πολύ αρμόζει σε διαφημιστική καμπάνια υπουργείου ή ΜΚΟ παρά σε ριζοσπαστική πολιτική γραμμή;
Να τελειώνουμε με τις μπαρούφες. Αντιρατσιστική πολιτική χωρίς ταξική ανάλυση και προώθηση της ένταξης μεταναστών και προσφύγων στην ελληνική κοινωνία δεν γίνεται. Όποιος δεν αντιμετωπίζει τους μετανάστες ως νυν ή εν δυνάμει εργαζόμενους είναι καταδικασμένος να περιφέρει το σαρκίο του μεταξύ κοσμοπολιτισμού, φιλελευθερισμού και ακτιβισμού.
Η κοινωνία είναι έξω και το στοίχημα δεν είναι να την προκαλέσεις, αλλά να ζεις μαζί της, να την καταλάβεις και να προσπαθήσεις να την αλλάξεις. Και φυσικά και δεν αναφέρομαστε στους παρακρατικούς φασίστες, οι οποίοι αν μη τι άλλο πρέπει να πάρουν απαντήσεις τόσο πολιτικές όσο και πρακτικές.