Ανακοίνωση της Κλαδικής Ένωσης Εργαζομένων στα ΜΜΕ της Αναρχοσυνδικαλιστικής Πρωτοβουλίας Ροσινάντε για την απόφαση της ΕΣΗΕΑ να μην καλέσει απεργία στις 6 Απριλίου.
Όλα τα σωματεία, τα συνδικάτα και οι οργανώσεις εργαζομένων κινητοποιούν τα μέλη τους καθώς προετοιμάζονται για την 24ωρη γενική απεργία της 6ης Απρίλη. Όλα; Όχι. Υπάρχει ακόμη ένα σωματείο που αντιστέκεται στην αντίσταση απέναντι στη ραγδαία φτωχοποίηση των εργαζομένων και εν γένει των λαϊκών τάξεων. Η ΕΣΗΕΑ δέησε λοιπόν μία μέρα νωρίτερα να ενημερώσει τα μέλη της ότι την ώρα που άλλες οργανώσεις στον χώρο του Τύπου απεργούν κανονικά (π.χ. ΠΟΣΠΕΡΤ, ΕΤΙΤΑ) μαζί με όλους τους υπόλοιπους κλάδους που συμμετέχουν στην απεργία, οι δημοσιογράφοι θα αρκεστούν σε μια τετράωρη στάση εργασίας από τις 12 έως τις 4. Η οποία μάλιστα δεν εξασφαλίζει καν όποιους συναδέλφους θα επιθυμούσαν να συμμετάσχουν στην κινητοποίηση (κατά μόνας και κατά συνείδηση ασφαλώς, εφόσον για πολλοστή φορά η ΕΣΗΕΑ δεν καλεί σε καμία συγκεκριμένη συγκέντρωση), αφού τα καλέσματα είναι για τις 11, μία ώρα πριν από την έναρξη της στάσης…
Παρότι οι μεγαλοστομίες στις αγωνιστικές κορόνες στις ανακοινώσεις της ένωσης είναι τετριμμένες και αναμενόμενες στο πλαίσιο του δημοσιογραφικού συνδικαλιστικού φολκλόρ, αυτήν τη φορά το Δ.Σ. με την κατακλείδα «απεργούμε και διεκδικούμε…» ανήλθε σε επίπεδα οργουελιανού newspeak. Και όταν ο συνδικαλιστικός σου φορέας φτάνει να προσφεύγει στις τακτικές αυταρχικών καθεστώτων και φτηνών προπαγανδιστών υπάρχει σοβαρό θέμα.
Το θέμα αυτό είναι ότι οι προτεραιότητες, οι βλέψεις, ακόμη και τα μέσα που μεταχειρίζεται το Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ βρίσκονται σε απόλυτη διάσταση με τις ανάγκες των εργαζομένων του κλάδου. Δίχως κλαδική σύμβαση από το 2009, το πεδίο είναι ελεύθερο για τους εργοδότες να δίνουν τον βασικό μισθό ακόμη και σε εργαζόμενους με τριακονταετή και βάλε προϋπηρεσία και μέσω της ατομικής διαπραγμάτευσης να ορίζουν οι ίδιοι απόλυτα τους όρους εργασίας. Ταυτόχρονα οι όροι γαλέρας ιδιαίτερα για τα διαδικτυακά μέσα αναπαράγονται, ενώ οι καθηλωμένοι μισθοί εν μέσω πληθωριστικής έκρηξης εξασφαλίζουν την υποτίμηση της εργασίας και της ζωής μας.
Από την άλλη πλευρά, η ΕΣΗΕΑ ασχολείται περισσότερο με 2+1 ζητήματα:
Το ένα είναι η ένταξη στο ΓΕΜΗΣΟΕ (Γενικό Μητρώο Συνδικαλιστικών Οργανώσεων Εργαζομένων), φορέας που συστάθηκε μόλις τον περασμένο Φεβρουάριο, κατ’ επιταγή του αντισυνδικαλιστικού νόμου Χατζηδάκη, ώστε να θέσει τα σωματεία υπό τον έλεγχο του υπουργείο Εργασίας. Η ΕΣΗΕΑ επέδειξε εξαιρετική προθυμία να γίνει από τα πρώτα σωματεία που καταθέτουν διαπιστευτήρια στην κυβέρνηση κατ’ αυτό τον τρόπο, προσφέροντάς της πολύτιμες υπηρεσίες, ειδικά ενόψει της εκδίκασης των προσφυγών άλλων σωματείων όπως του ΕΚΑ στο ΣτΕ για την κατάργηση του ΓΕΜΗΣΟΕ. Άξιο λόγου σίγουρα και το γεγονός ότι η ένταξη αυτή δεν αποτέλεσε ποτέ αντικείμενο διαβούλευσης με τα μέλη, παρά παρουσιάστηκε ως μονόδρομος τον οποίο απλώς διεκπεραίωσαν οι νομικοί σύμβουλοι. Επιχειρώντας έναν εύλογο παραλληλισμό, είναι ακριβώς σαν να αποφάσιζε το σωματείο να κατέβει σε πορεία (λέμε τώρα…) και να έσπευδε να δηλώσει «υπεύθυνο πορείας», συμμορφούμενο με τον ακροδεξιάς έμπνευσης νόμο για τις συναθροίσεις και «πουλώντας» τους υπόλοιπους συμμετέχοντες που επιδεικνύουν ανυπακοή, το ανεκτίμητο δικαίωμα να λες «όχι».
Έτερο ζήτημα που απασχολεί την ΕΣΗΕΑ είναι οι «συλλογικές συμβάσεις». Ας μην ταραχθεί κανείς, δεν εννοούνται οι «κανονικές» κλαδικές συμβάσεις που εφαρμόζονται αδιακρίτως σε ολόκληρο τον κλάδο. Όχι. Με αυτό τον όρο εννοούν την υπογραφή κάποιας ΚΥΑ με την κυβέρνηση ώστε να εξασφαλιστούν καλύτερες απολαβές για τους δημοσιογράφους στο δημόσιο. Καμία αντίρρηση με το να αμείβονται αξιοπρεπώς οι συνάδελφοι του δημοσίου, αλλά ως προς αυτή τη διάκριση το σωματείο επιδεικνύει εξοργιστική μονομέρεια. Η οποία εξηγείται βέβαια: πιο εύκολο να πραγματοποιήσεις ένα ραντεβού τσαγιού και συμπάθειας με τον υπουργό ή τον γενικό γραμματέα αυτής ή της προηγούμενης κυβέρνησης (ειδικά αν έχεις αποδείξει πόσο «καλό παιδί» είσαι) παρά να κινητοποιήσεις τον κλάδο σε απεργιακές κινητοποιήσεις και να εξαναγκάσεις τους εργοδότες να προσέλθουν σε διαπραγματεύσεις.
Το τρίτο ζήτημα είναι αυτό που θίγεται στο τέλος της ανακοίνωσης: η «διεύρυνση και ενίσχυση των μέτρων στήριξης του έντυπου τύπου εδώ και τώρα». Το ίδιο ακριβώς, αλλά με περισσότερο στόμφο, εξηγούσε στη συνεδρίαση του Μεικτού Συμβουλίου (στην οποία πάντως η διάσταση ανάμεσα στις θέσεις που πήρε το Δ.Σ. και αυτές που εκφράστηκαν από τους εργασιακούς εκπροσώπους και την εκπρόσωπο της παράταξης που πρόσκειται στο ΠΑΜΕ ήταν εμφανέστατη) και ο γενικός γραμματέας του Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ, λέγοντας ότι ο κλάδος θα πρέπει να φυλάξει δυνάμεις τώρα, ώστε να μπορέσει στη συνέχεια να πραγματοποιήσει μέχρι και πολυήμερες απεργιακές κινητοποιήσεις για να ζητήσει να επιδοτηθεί το χαρτί, που έχει ακριβύνει, προς όφελος των εκδοτών. Όπως είπε, η απάντηση σε όσους διατείνονται ότι κάτι τέτοιο απλώς θα φουσκώσει τις τσέπες των εργοδοτών είναι ότι «σώζουμε θέσεις εργασίας». Πραγματικά… πρωτοποριακή ιδέα, αρκεί να συμπληρωνόταν με κήρυξη απεργίας από τη μεριά της αντίστοιχης ένωσης των ιδιοκτητών με αιτήματα την αύξηση των μισθών, την προστασία των θέσεων εργασίας κ.ο.κ. Ανέφερε και κάτι ακόμη περί αύξησης 7% στους μισθούς των δημοσιογράφων του δημοσίου, η οποία είναι τόσο μεγάλη που θα προκαλούσε ζήλια σε άλλους κλάδους. Και δυστυχώς αυτό το τελευταίο δεν ειπώθηκε ειρωνικά ούτε για το ύψος της αύξησης ούτε για το εντελώς περιορισμένο εύρος της…
Η απόσταση ανάμεσα στη γραμμή που υπηρετεί η ΕΣΗΕΑ και τις ανάγκες των ανθρώπων του κλάδου διευρύνεται όλο και περισσότερο, σε βαθμό που αν την επόμενη φορά η πρόεδρος μας προτρέψει να τρώμε παντεσπάνι αντί για ψωμί, δεν θα προκαλέσει σε κανέναν εντύπωση.
-Συμμετοχή στην απεργία της 6ης Απρίλη
-Απεργιακός αγώνας για συλλογικές συμβάσεις
-Αξιοπρεπείς μισθοί, αντίστοιχοι των αναγκών μας
-Ακηδεμόνευτος από αφεντικά και κυβέρνηση συνδικαλισμός