Την Κυριακή (10/3) δύο τρανς άτομα δέχτηκαν επίθεση από ένα όχλο 150 τρανσφοβικών, πολύ νεαρών ατόμων, ενώ έκαναν βόλτα στο πιο κεντρικό σημείο της Θεσσαλονίκης. Το λιντσάρισμα ξεκίνησε από φασιστικούς πυρήνες που έχουν ξεπεταχτεί τελευταία στην πόλη κι ο τρανσφοβικός όχλος ακολούθησε. Ο κανιβαλισμός και τα «αυθόρμητα» λιντσαρίσματα είναι συνδεδεμένα με τον φασισμό, την ετεροκανονικότητα, κι όλες τις ρίζες και τις προεκτάσεις τους.
Το ελληνικό κράτος, που εμπλέκεται πλέον ενεργά στους πολέμους, με όχημά του το υπουργείο οικογένειας, σιγοντάρει τη συντηρητική στροφή της κοινωνίας. Με την ελληνορθόδοξη εκκλησία στο απυρόβλητο και την κυβέρνηση να βάζει την εργατική τάξη να λύσει με το ζόρι την «υπογεννητικότητα», ο φασισμός βρίσκει πρόσφορο έδαφος να ανθίσει. Παράλληλα, οι προοδευτικές πολιτικές (γάμοι ομόφυλων ζευγαριών) που ξαφνικά θυμήθηκε η ΝΔ δίνουν άλλοθι στην «αντι-woke» ομοφοβία να το παίξει και αντι-κυβερνητική. Παρά τη δεδομένη στήριξή μας στη νομική κατοχύρωση των δικαιωμάτων των ΛΟΑΤΚΙ+, δεν θα έπρεπε να παραμείνει ο αγώνας σε μια φιλελεύθερη προσέγγιση. Η προσέγγιση αυτή ήταν που όξυνε το συντηρητισμό και τα σεξιστικά αντανακλαστικά (με καθημερινές αναλύσεις από φιλελεύθερους πολιτικάντηδες, μέχρι εθνικιστές και παπάδες) και τελικά οδήγησε σε τέτοιες επιθέσεις. Κι ενώ τα συγκεκριμένα ανήλικα που πήγαν να λιντσάρουν δύο τρανς άτομα δεν προέρχονται αναγκαστικά όλα από φασιστικές ομάδες, μια και ανάμεσά τους υπήρχαν και κάποια από οικογένειες μεταναστών, το παραπάνω είναι η συνταγή για να πάρει τα πάνω του ο φασισμός: μια συντηρητική στροφή που παρουσιάζεται σαν αυθόρμητη δύναμη «από τα κάτω», ενώ την παράγει το ίδιο το κράτος.
Ως Α.Π Ροσινάντε, βλέπουμε εδώ και καιρό την προσπάθεια αναβίωσης των φασιστικών ομάδων και δράσεων, που ενώ πραγματώνονται εξωκοινοβουλευτικά μετά την καταδίκη της Χ.Α., γίνονται ανεκτές από τα πάνω και είναι τα εργαλεία του κράτους. Είναι βασικό να αντιληφθούμε τόσο τον κίνδυνο, όσο και το μέγεθος του προβλήματος, που δε λύνεται μόνο με συγκεντρώσεις της επόμενης ημέρας, αλλά απαιτεί συντονισμένη και μαχητική ενεργοποίηση των αντιφασιστών αντανακλαστικών με δράσεις στις γειτονιές και διασπείροντας την ελευθεριακή κουλτούρα στους χώρους εργασίας μας καθημερινά. Παράλληλα, οφείλουμε όχι μόνο να προστατεύσουμε την ΛΟΑΤ+ κοινότητα, αλλά και να εντάξουμε την κοινότητα και τα αιτήματά της στο κίνημα. Θα ήταν σφάλμα να μην δούμε την ανάγκη του κινήματος να προσεγγίσει τα προβλήματα και καταπίεση της κοινότητας ως ζήτημα της εργατικής τάξης και όχι έξω από αυτή ως αυτόνομα θέματα ταυτότητας. Αν το ελευθεριακό κίνημα δεν καταφέρει να πιαστεί χέρι-χέρι με τον εργαζόμενο κόσμο της ΛΟΑΤ+ κοινότητας, οι αγώνες της θα εγκολπωθούν στα φιλελεύθερα κομμάτια κράτους και κεφαλαίου, θωρακίζοντας τον καπιταλισμό και διασπώντας την εργατική τάξη περισσότερο.
Ως Α.Π. Ροσινάντε, προτάσσουμε την ανάγκη του κινήματος να προλαβαίνει και όχι να ακολουθεί τέτοια γεγονότα, την ανάγκη παρουσίας της ΛΟΑΤ+ στο εργατικό κίνημα, την ανάγκη της έντονης και συστηματικής παρουσίας μας στην κοινωνία, τις γειτονιές και τους χώρους εργασίας, την ανάγκη για οργανωμένο και δυναμικό μαχητικό αντιφασισμό. Ο αντιφασισμός οδηγεί, δεν ακολουθεί.