Τα σωματεία δεν είναι τσιφλίκια των δικαστών ούτε έχουν χώρο για απεργοσπάστες
«- Και μην ξεχνάς, μπορεί να σπουδάσεις, αλλά το σημαντικό είναι να μην προδώσεις τους κανόνες.
– Ποιους κανόνες, μπαμπά;
– Αυτό το πράγμα, τις δέκα εντολές που εγώ και οι συνάδελφοι πάντα σεβόμασταν. Μη νομίζεις ότι αν πάρεις πτυχίο μπορείς να γίνεις τσιράκι των αφεντικών, μη νομίσεις ότι μπορείς να χέσεις τις δέκα εντολές μας και να τη βγάλεις καθαρή.
– Τι είναι αυτό το πράγμα;
-Είναι κανόνες που ισχύουν σε κάθε εργοτάξιο, ακόμα κι αν πας να δουλέψεις στο εξωτερικό, είτε δουλεύεις το λέιζερ είτε τη συγκόλληση. Απλούστατοι. Να βοηθάς τους συναδέλφους. Να απεργείς. Να μη γλείφεις τον κώλο του αφεντικού. Να μην είσαι απεργοσπάστης. Μην το παρακάνεις όταν πρέπει να τις παίξεις. Μην εμπιστεύεσαι τους φραγκάτους. Αν κάποιος σπουδαγμένος σε αποκαλέσει κύριο, να πηγαίνεις τοίχο-τοίχο. Συν έναν ακόμα, το πολύ δύο, που τώρα δεν μου ’ρχονται. Παγκόσμιοι κανόνες που ισχύουν οπουδήποτε υπάρχει εργατική τάξη, σ’ όλο τον κόσμο»
Αλμπέρτο Προυνέτι, «108 μέτρα. The new working class hero». Εκδόσεις Απρόβλεπτες
Σύμφωνα με μια γνωστή παροιμία, «Όταν ο Σκάι πανηγυρίζει για δικαστική απόφαση, ανθρώπινο κρέας μυρίζει». Εν προκειμένω μάλιστα οι πανηγυρισμοί του καναλιού του Αλαφούζου είναι λίγο πιο έντονοι, καθώς η απόφαση αφορά όχι μόνο την αποδυνάμωση των σωματείων αλλά και τα πρωτοκλασάτα στελέχη του.
Σύμφωνα με άρθρο στην ιστοσελίδα του Σκάι στις 13 Ιουνίου, το Εφετείο Αθηνών «έκρινε άκυρες τις ποινές διαγραφής που είχε επιβάλλει το Πειθαρχικό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ στους δημοσιογράφους Άρη Πορτοσάλτε, Βασίλη Χιώτη και Νότη Παπαδόπουλο επειδή εργάστηκαν σε ημέρα απεργίας τον Ιούνιο του 2021».
Υπενθυμίζουμε ότι τα τρία στελέχη του Σκάι είχαν τιμωρηθεί από το Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ με οριστική διαγραφή ο πρώτος και τρίμηνη προσωρινή οι άλλοι δύο ως απεργοσπάστες. Η ποινή επιβλήθηκε τον Οκτώβρη του ’21 βάσει του καταστατικού της, το οποίο ορίζει ρητά ότι τα μέλη οφείλουν «Να πειθαρχούν απόλυτα στις αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου και της Γενικής Συνελεύσεως για απεργία». Αντέδρασαν προσφεύγοντας στο Πρωτοδικείο Αθηνών, το οποίο τους δικαίωσε, αναγνωρίζοντας το καινοφανές «δικαίωμα των δημοσιογράφων να ενημερώνουν την κοινή γνώμη κατά τη διάρκεια απεργιακών κινητοποιήσεων». Τέτοιο δικαίωμα φυσικά δεν υφίσταται και αν υφίστατο, θα το λέγαμε με το όνομά του και όχι με το newspeak του Σκάι, δηλαδή «δικαίωμα στην απεργοσπασία».
Η ΕΣΗΕΑ προσέφυγε στο Εφετείο Αθηνών, το οποίο ανέβασε ακόμη πιο ψηλά τον πήχη ως προς τη δίωξη του συνδικαλισμού εν γένει, ακυρώνοντας οριστικά τις ποινές διαγραφής, δένοντας τα χέρια των πειθαρχικών οργάνων κάθε σωματείου και καθιστώντας κουρελόχαρτο το καταστατικό οποιουσδήποτε σωματείου προβλέπει ποινή έστω και προσωρινής διαγραφής. Ο Αλαφούζος και κάθε αφεντικό στον χώρο των ΜΜΕ τρίβουν τα χέρια τους παίρνοντας τη διαβεβαίωση ότι «τα σωματεία εργαζομένων και τα συνδικαλιστικά τους όργανα δεν δικαιούνται να επιβάλλουν πειθαρχικές ποινές σε όποιον στο εξής επιθυμεί να εργαστεί σε ημέρα απεργίας». Γιατί εκτός των άλλων, η συμμετοχή στην απεργία για τον συντάκτη του άρθρου είναι ζήτημα ατομικής επιθυμίας και όχι συλλογικό, δεν αφορά ευρύτερες κοινωνικές ομάδες, κλάδους, συγκρουόμενα ταξικά συμφέροντα. Και φυσικά τα σωματεία δεν θα πρέπει να έχουν λόγο επ’ αυτού.
Όσο για τη νομιμοποιητική βάση, πάντα σύμφωνα με τον Σκάι, «η πειθαρχική απόφαση των διαγραφών αντίκειται στο άρθρο 25 παράγραφος 3 του Συντάγματος και στα άρθρα 281 και 174 του ΑΚ, είναι παράνομη και ως εκ τούτου ακυρωτέα». Το άρ. 25 παρ 3 του συντάγματος ορίζει απλώς ότι «H καταχρηστική άσκηση δικαιώματος δεν επιτρέπεται», το άρ. 281 του ΑΚ ότι «Η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος», ενώ το 174 ότι «Δικαιοπραξία που αντιβαίνει σε απαγορευτική διάταξη του νόμου, αν δεν συνάγεται κάτι άλλο, είναι άκυρη». Πρόκειται για διατάξεις γενικόλογες, που κατά κανόνα οι δικηγόροι τις επικαλούνται επικουρικά όταν δεν διαθέτουν καλύτερο νομικό έρεισμα, όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση αποτελούν τη βάση όπου στηρίζεται ένα νομικό βδέλυγμα.
Υπενθυμίζουμε ξανά ότι η ΕΣΗΕΑ δεν είναι επιμελητήριο ώστε να μην μπορεί κάποιος να ασκήσει την αντίστοιχη επαγγελματική δραστηριότητα αν δεν διαθέτει πιστοποίηση και ότι η ιδιότητα του μέλους σωματείου δεν είναι υποχρεωτική. Η εισδοχή σε σωματείο γίνεται με τη βούληση του εργαζομένου ώστε να μπορεί να συνδικαλίζεται ελεύθερα και να προσθέσει και τις δικές του δυνάμεις στη συλλογική δύναμη του κλάδου. Κάνοντάς το αποδέχεται τον τρόπο λειτουργίας και τις αρχές του σωματείου. Όποιος στερείται την αξιοπρέπεια που συνεπάγεται η συμμετοχή στην απεργία, κάλλιστα μπορεί να μη γίνει μέλος σωματείου ή να παραιτηθεί. Το να αποδέχεσαι το καταστατικό αλλά να το αμφισβητείς δικαστικά και να δικαιώνεσαι γι’ αυτό είναι αντίστοιχο του να προσφεύγει για παράδειγμα ένας ποδοσφαιριστής ή προπονητής ύστερα από χρόνια καριέρας στα δικαστήρια, καταγγέλλοντας π.χ. τον κανονισμό του οφσάιντ, και ο δικαστής να τον επιβραβεύει απαγορεύοντας στους διαιτητές να σφυρίζουν αυτή την παράβαση, χωρίς να την καταργεί από τον κανονισμό.
Σε κάθε περίπτωση, το δικαίωμα του απεργοσπάστη να ασκεί απερίσπαστος την απεργοσπασία του δεν αμφισβητείται. Είναι απόλυτα ελεύθερος να το πράττει, όπως ελεύθερα είναι και τα ερπετά να έρπουν. Ζούμε άλλωστε σε μια ελεύθερη κοινωνία. Απλώς δεν μπορεί να το κάνει διατηρώντας παράλληλα την ιδιότητα μέλους σωματείου, επειδή και τα σωματεία είναι αντίστοιχα ελεύθερα να μην έχουν τέτοιους τύπους στις τάξεις τους.
Πάντως οι συγκεκριμένοι απεργοσπάστες δεν έχουν ιδιοτελείς σκοπούς, αλλά ευρύτερα πολιτικούς: καμία όρεξη δεν έχουν να γίνουν πάλι μέλη σωματείου, θέλουν μόνο να χτυπήσουν τον συνδικαλισμό (έστω και της ΕΣΗΕΑ), θέλουν να αμβλύνουν την ταξικότητά του και να καταστήσουν τα σωματεία διαταξικές λέσχες ομοτέχνων δίχως καμία αυτοτέλεια, τζούφια παρακολουθήματα της δικαστικής εξουσίας.
Το βέβαιο μέσα σε όλα αυτά είναι ότι η απόφαση αυτή της δικαιοσύνης δεν πάρθηκε εν κενώ, αλλά σε συνέχεια των αντεργατικών νομοσχεδίων της κυβέρνησης, η ταξική μεροληψία των οποίων ποτέ δεν κρύφτηκε. Ό,τι κι αν λένε τα δικαστήρια και τα τσιράκια της κυβέρνησης και του κεφαλαίου, οι δημοσιογράφοι παραμένουν εργαζόμενοι και οι εργαζόμενοι οφείλουν να υπερασπίζονται το ταξικό τους συμφέρον και την κοινωνία. Το «δικαίωμα των πολιτών στην ενημέρωση» εξυπηρετείται από δημοσιογράφους με αξιοπρέπεια και συλλογικές συμβάσεις που εκφράζουν τη δική τους γνώμη και δεν λειτουργούν ως φερέφωνα του κεφαλαίου. Και ο απεργοσπάστης εξακολουθεί να παραμένει ένα κακόμοιρο, άξιο χλεύης ον που υπονομεύει τον αγώνα των συναδέλφων του γλείφοντας το αφεντικό του.
Απαιτούμε από την ΕΣΗΕΑ να αντιδράσει άμεσα. Να καταγγελθεί επίσημα και με κάθε τρόπο η δευτεροβάθμια απόφαση και να επιστρατευτεί κάθε δυνατή συνδικαλιστική και νομική βοήθεια ώστε να ανατραπεί αυτή η απόφαση. Απαιτούμε επίσης την άμεση και οριστική διαγραφή όσων κατέφυγαν στα δικαστήρια για να τους επιτρέψουν να σπάνε τις απεργίες χωρίς να διαγράφονται.